Λίγα λόγια για το Δουργούτι…
Λεωφόρος Συγγρού. Ένας δρόμος ταχείας κυκλοφορίας με επιβλητικά κτήρια μεγάλων πολυεθνικών εταιριών, που κατά τη διάρκεια της ημέρας σφύζει από ζωή, ενώ το βράδυ φωτίζεται σπασμωδικά από νυχτερινά κέντρα, φωτεινές επιγραφές και αυτοκίνητα. Δυστυχώς σήμερα πασχίζει μεταξύ εγκατάλειψης και ονείρου, με μεγάλο αριθμό μαγαζιών να κλείνουν το ένα μετά το άλλο, περιμένοντας ωστόσο την πολλά υποσχόμενη «museum mile» της πρωτεύουσας. Η Συγγρού ενώνει τη πόλη με τη θάλασσα, το τόπο με το ταξίδι, το όνειρο με τη πραγματικότητα. Κατά μήκος της λεωφόρου, βρίσκονται 2 μεγάλα ξενοδοχεία, ενώ σε απόσταση αναπνοής ξεδιπλώνεται ένα αξιοσημείωτο μωσαϊκό κτηρίων, ανθρώπων και ιστορίας που παραμένει αφανές, αλλά χρήζει προσοχής. Το Δουργούτι. Μια πρότυπη γειτονιά της δεκαετίας του 60, με άπλετους και καλοδιατηρημένους δημόσιους χώρους που όμως έχουν πια ερημώσει. Αποτελούν το φάντασμα ενός ονείρου που μοιάζει να μην πραγματοποιήθηκε ποτέ, παραμένοντας στα χαρτιά και τα σχέδια.
Αρχικά ήταν μία αλάνα με λιγοστά κτίσματα που μετετράπη σε μία προσφυγική παραγκούπολη Αρμενίων, Μικρασιατών και Ελλήνων. Aρχιτεκτονικά και πολεοδομικά εξελίχθηκε μέσα στα χρόνια σε ένα ευρύχωρο λαβύρινθο με κυρίαρχο μέχρι σήμερα το στοιχείο της «μετακίνησης». Διαφορετικά κύματα μεταναστών, από διαφορετικούς τόπους, βρίσκουν διαχρονικά ένα σπίτι στο Δουργούτι, είτε βραχυπρόθεσμα σαν ένα πέρασμα, είτε μακροπρόθεσμα σαν μια φωλιά.
Αν και ανήκει στην ευρύτερη περιοχή του «Νέου Κόσμου», το Δουργούτι σήμερα μοιάζει με νησί άγονης γραμμής, που έχει την δική του ιστορία, κοινωνία, πολεοδομία, ρυθμό, χρώμα και ησυχία σε σχέση με τη πολύβουη «ακτογραμμή» που το περιβάλλει: Τραμ, λεωφόρος Λαγουμιτζή, Σαρκουδίνου και η όλο και πιο κοσμοπολίτικη λεωφόρος Συγγρού… Μία μικρή νησίδα, ένα «nο entry zone» με όμορφες μυρωδιές, χαμογελαστούς ανθρώπους και λαβυρινθώδη πολεοδομικό ιστό, που σε προκαλεί και σε προσκαλεί να χαθείς σε ένα σύμπλεγμα ήχων, εικόνων και μυρωδιών.
Το Δουργούτι αποτέλεσε το σκηνικό όπου γυρίστηκε η ταινία «Μαγική Πόλις» του Ν. Κούνδουρου το 1954, αλλά και το σπίτι ή έμπνευση πολλών αξιόλογων καλλιτεχνών και επιστημόνων μέχρι και σήμερα. Στο βιβλίο του, «Ο Κολοσσός του Μαρουσιού» ο Χένρι Μιλλερ, αναζητώντας τον περιβόητο μάγο του Δουργουτίου, χαρακτηρηστικά αναφέρει:
«… Σκοτώσαμε την ώρα μας τριγυρνώντας μέσα στη γειτονιά, απορώντας όχι τόσο για τη βρωμιά, όσο για τη συγκινητική προσπάθεια των ανθρώπων να στολίσουν τα άθλια καλύβια τους. Μόλο που ήταν φτιαγμένα από σκουπιδαριό, έβρισκες εδώ πιότερη χάρη και χαρακτήρα παρά σε μια καινούρια πόλη. Σου έφερνε στο νου βιβλία, εικόνες, όνειρα, θρύλους, σου θύμισε ονόματα σαν του Λιούς Κάρολ, Ιερώνυμου Μπος, Μπρέγκελ, Μαξ Ερνστ, Χανς Ράιχελ, Σαλβαντόρ Νταλί, Γκόγια, Τζιόττο, Πάουλ Κλεε, για να αναφέρω μερικούς μόνο. Μέσα από τη φοβερή φτώχεια και τον πόνο έβγαινε μια φλόγα που ήταν ιερή, σου έδινε αμέσως ένα αίσθημα σεβασμού. Δε σου ερχόταν καθόλου να γελάσεις σαν έβρισκες μια μισογερμένη παράγκα να χη ένα λιακωτό φτιαγμένο από τενεκέδες.»
Συνοπτική Ιστορία Δουργουτίου
«Η βελτίωση της Λεωφόρου Συγγρού το 1904 επιφέρει πολύ γρήγορα την οικοδόμηση των περιοχών πέριξ του Ιλισού. Η ονομαζόμενη τότε συνοικία της «Αλωπεκής», αν και εκτός σχεδίου πόλεως, αποκτά τους πρώτους κατοίκους και τα λιγοστά μικρά σπίτια.
Το 1914 χιλιάδες αρμένιοι αρχίζουν να καταφθάνουν διωκόμενοι από την Τουρκία στην Ελλάδα. Το «Τάγμα των Ιπποτών της Μάλτας» αγοράζει ένα οικόπεδο πλησίον της Λ. Συγγρού, προκειμένου να στεγαστούν οι πρώτοι αρμένιοι ρωμαιοκαθολικοί πρόσφυγες. Η αθηναϊκή οικογένεια Δουργούτη ή Δουρούτη που κατείχε την περιοχή δίνει στον νέο οικισμό το όνομα Δουργούτι ή Αρμένικα.Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή το Δουργούτι κατακλύζεται από πρόχειρες κατασκευές που φιλοξενούν οικογένειες προσφύγων. Δίπλα στα μικρά κτίρια που κατασκευάζονται με αυτεπιστασία και χρήματα της Κοινωνίας των Εθνών, εμφανίζονται δεκάδες τρώγλες από πρόχειρα υλικά. Το κράτος, αντιλαμβανόμενο την αδυναμία του να διαχειριστεί το στεγαστικό πρόβλημα, θεσπίζει την έννοια της οριζόντιας ιδιοκτησίας. Το 1935 το Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας δίνει σε χρήση των προσφύγων τις πρώτες πολυκατοικίες στο Δουργούτι, τα διαμερίσματα των οποίων για πρώτη φορά διέθεταν δύο δωμάτια με ηλεκτρικό ρεύμα και εσωτερική τουαλέτα. Με την κατασκευή τους οι αρχιτέκτονες Κ. Λάσκαρις και Δ. Κυριακός εισάγουν στην Ελλάδα την σύγχρονη και λιτή γραμμή του κινήματος Bauhaus [Μπαουχάους]. Το καθεστώς Μεταξά προσθέτει την κατασκευή τριών ακόμα πολυκατοικιών, ώστε ο οικισμός Δουργουτίου να αριθμεί συνολικά 237 σύγχρονα διαμερίσματα.
Το χρονίζον στεγαστικό πρόβλημα δημιουργεί στο Δουργούτι μια ιδιάζουσα κατάσταση. Έλληνες εσωτερικοί μετανάστες και πρόσφυγες συμβιώνουν αρμονικά μαζί με παλιννοστούντες και αρμένιους. Δίπλα στην κεντρική λεωφόρο των Αθηνών με τις καινούργιες πολυκατοικίες, θα παραμείνει για χρόνια μια ολόκληρη κοινωνία δεμένη και κινούμενη δυναμικά, παρότι στο περιθώριο της πρωτεύουσας.
Η συνοχή των κατοίκων έκανε το Δουργούτι αδιάβατο για τον ξένο κατακτητή. Όμως στις 9 Αυγούστου 1944 τα στρατεύματα κατοχής κυκλώνουν την περιοχή ζητώντας την άμεση συγκέντρωση όλων των ανδρών. Με συνοπτικές διαδικασίες εκτελούνται επί τόπου περίπου 150 άτομα που είχαν αντιστασιακή δράση. Εκατοντάδες άλλοι οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου και σε τάγματα εργασίας στη Γερμανία.
Η αιματηρή θύμηση του Μπλόκου επιφέρει την αισθητή αύξηση των αντάρτικων δυνάμεων στην συνοικία. Τα Δεκεμβριανά θα οχυρωθούν πίσω από τις πολυκατοικίες του Δουργουτίου για να εμποδίσουν με πενιχρά μέσα την διέλευση των αγγλικών δυνάμεων από τη Γέφυρα του Ιλισού στου Μακρυγιάννη.
Το 1965 η θεμελίωση νέου Οικισμού από τον Γεώργιο Παπανδρέου, σηματοδοτείται από την φράση «Θάνατος στην παράγκα!». Η πολιτική προσταγή σήμανε την αρχή του τέλους για την ιστορία της περιοχής. Καθότι η συνολική απαλλοτρίωση της παραγκούπολης έδωσε την δυνατότητα σε όλους όσοι κατοικούσαν στο Δουργούτι να αποκτήσουν οίκημα από το κράτος με χαμηλό τίμημα. Κυρίως όμως ανοικοδομούσε το Δουργούτι από το μηδέν.
Το 1968 το απριλιανό καθεστώς θα εγκαινιάσει διθυραμβικά στη συνοικία δεκαπέντε νέες πολυκατοικίες. Ταυτόχρονα, με την κατασκευή της τελευταίας δωδεκαώροφης προσφυγικής πολυκατοικίας, θα προσδώσει στο Δουργούτι τον αέρα του εκμοντερνισμού που απόπνεαν εκείνα τα χρόνια τα υψηλά κτίρια. Αυτή η αρχή για το σύγχρονο Δουργούτι απεικόνιζε το τέλος του προσφυγικού ζητήματος στην Ελλάδα.
Η συνοικία αποτελείται πλέον από ένα συνονθύλευμα διαφορετικών ανθρώπων. Στους πρώτους γηγενείς μικρασιάτες και αρμένιους κατοίκους, θα προστεθούν πληθυσμοί από την Μακεδονία και την Ήπειρο που μετακινήθηκαν μετά τον εμφύλιο στην Αθήνα, αλλά και εκατοντάδες έλληνες ποντιακής καταγωγής. Το Δουργούτι είναι πλέον ο Νέος Κόσμος στο οποίον θα ζήσουν και θα προσφέρουν εκατοντάδες οικογένειες.
Στις αρχές του 2000 το Δουργούτι αποκτάει συγκοινωνιακή υπεροχή με τον γειτονικό σταθμό του Μετρό και το Τραμ. Η οικοδομική άνθηση της γύρω περιοχής λειτουργεί αντίστροφα για το Δουργούτι που διαρκώς υποβαθμίζεται λόγω της παλαιότητας των κτιρίων του. Η μετοίκηση των άλλοτε προσφύγων εκτός κέντρου Αθηνών μετασχηματίζει τη συνοικία φέρνοντας την πρώτη γενιά οικονομικών μεταναστών από το εξωτερικό».
Μελέτης Ζαχαράκης [μέλος της ομάδας Ιστορικής Χαρτογράφησης του Dourgouti Island Hotel Project]